Cierpienie στα ελληνικά

Μετάφραση: cierpienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πόνος, δυστυχία, σχέση, στάση, καημός, άγχος, αγωνία, αγωνιώ, ατυχία, θλίψη, έδρανο, μιζέρια, ταλαιπωρία, πάσχουν, που πάσχουν, υποφέρουν, που υποφέρουν
Cierpienie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ciernisty στα ελληνικά - ευερέθιστος, ακανθώδης, δύσκολος, αγκαθωτός, φραγκοσυκιές, φραγκόσυκο, prickly
  • cierny στα ελληνικά - τριβής, τριβή, τριβική, δια τριβής, τριβής που
  • cierpieć στα ελληνικά - υποφέρω, σφαδάζω, πάσχω, ανέχομαι, σπαρταρώ, γεννώ, εμμένω, ...
  • cierpiętnik στα ελληνικά - μάρτυρας, υποφέρων, αυτός που υποφέρει, πάσχοντα, πάσχων, πάσχοντος
Τυχαίες λέξεις
Cierpienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πόνος, δυστυχία, σχέση, στάση, καημός, άγχος, αγωνία, αγωνιώ, ατυχία, θλίψη, έδρανο, μιζέρια, ταλαιπωρία, πάσχουν, που πάσχουν, υποφέρουν, που υποφέρουν