Μιζέρια στα πολωνικά

Μετάφραση: μιζέρια, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bieda, dziadostwo, sknerstwo, ubóstwo, nędza, cierpienie, mizerota, niedola, nieszczęście, nędzy
Μιζέρια στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μιζέρια

μιζέρια λεξικό, μιζέρια ακλονητος, μιζέρια ετυμολογία, πόρκα μιζέρια, μιζέρια wiki, μιζέρια λεξικό γλώσσας πολωνικά, μιζέρια στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • μηχανουργός στα πολωνικά - szwaczka, mechanik, maszynista, Machinist, mechanikiem
  • μιαίνω στα πολωνικά - zakazić, zanieczyścić, zanieczyszczać, skazić, zakażać, skażać, zanieczyszczają, ...
  • μικραίνω στα πολωνικά - ubywać, zmaleć, przykrócenie, zmniejszać, umniejszać, karleć, zmniejszyć, ...
  • μικροποσότητα στα πολωνικά - strużka, ujawnić, sączenie, kapać, ściekać, sączyć, kapanie, ...
Τυχαίες λέξεις
Μιζέρια στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: bieda, dziadostwo, sknerstwo, ubóstwo, nędza, cierpienie, mizerota, niedola, nieszczęście, nędzy