Doborowość στα ελληνικά
Μετάφραση: doborowość, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπεροχή, αριστείας, αριστεία, την αριστεία, της αριστείας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dobitny στα ελληνικά - εκφραστικός, δυνατός, εμφατικός, εμφατική, εμφατικό, έμφαση, κατηγορηματική
- dobniak στα ελληνικά - σκαθάρι, ξύλινο σφυρί, κόπανος, Mallet, σφύρα, ματσόλα
- doborowy στα ελληνικά - άριστος, διαλέγω, εξαίσιος, διάλεξε, πήρε, πάρει, συλλέγονται, ...
- dobosz στα ελληνικά - τύμπανο, τυμπανιστής, ντράμερ, drummer, τυμπανιστή, τον ντράμερ
Τυχαίες λέξεις
Doborowość στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπεροχή, αριστείας, αριστεία, την αριστεία, της αριστείας
Μεταφράσεις: υπεροχή, αριστείας, αριστεία, την αριστεία, της αριστείας