Dorobek στα ελληνικά
Μετάφραση: dorobek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπίτι, περιουσία, παραγωγή, απόκτηση, ευτυχία, απόκτημα, ακίνητο, κτήμα, επιτεύγματα, τα επιτεύγματα, επιτευγμάτων, επιτυχίες, επιτεύγματά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dordzeniowy στα ελληνικά - νωτιαίος, νωτιαίου, νωτιαίο, του νωτιαίου, σπονδυλικής στήλης
- doregulować στα ελληνικά - κανονίζω, προσαρμόσει, ρυθμίστε, προσαρμόσετε, ρυθμίσετε, προσαρμόστε
- dorobkiewicz στα ελληνικά - νεόπλουτος, τυχάρπαστο, νεόπλουτο, τυχάρπαστη, upstart
- doroczny στα ελληνικά - ετήσια, ετήσιος, επέτειος, ετήσιες, ετήσιο, ετήσιας
Τυχαίες λέξεις
Dorobek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπίτι, περιουσία, παραγωγή, απόκτηση, ευτυχία, απόκτημα, ακίνητο, κτήμα, επιτεύγματα, τα επιτεύγματα, επιτευγμάτων, επιτυχίες, επιτεύγματά
Μεταφράσεις: σπίτι, περιουσία, παραγωγή, απόκτηση, ευτυχία, απόκτημα, ακίνητο, κτήμα, επιτεύγματα, τα επιτεύγματα, επιτευγμάτων, επιτυχίες, επιτεύγματά