Απόκτηση στα πολωνικά

Μετάφραση: απόκτηση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zdobycie, dorobek, nabywanie, zdobywanie, nabycie, zbieranie, nabytek, akwizycja, nabycia, przejęcie, przejęcia
Απόκτηση στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απόκτηση

απόκτηση πτυχίου ραδιοερασιτέχνη, απόκτηση ελληνικής υπηκοότητας, απόκτηση isbn, απόκτηση αμκα, απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας λόγω γάμου, απόκτηση λεξικό γλώσσας πολωνικά, απόκτηση στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • απόκρυψη στα πολωνικά - przyduszenie, stłumienie, zatajenie, obezwładnienie, tłumienie, przemilczenie, przemilczanie, ...
  • απόκτημα στα πολωνικά - dostęp, przejęcie, nabywanie, zdobycie, nabycie, dojście, zbieranie, ...
  • απόλαυση στα πολωνικά - zapał, werwa, rozkosz, radość, zachwyt, zachwycać, rozkoszą
  • απόλυση στα πολωνικά - odprawienie, odprawa, zbycie, wymówienie, zwolnienie, dymisja, wydalenie, ...
Τυχαίες λέξεις
Απόκτηση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zdobycie, dorobek, nabywanie, zdobywanie, nabycie, zbieranie, nabytek, akwizycja, nabycia, przejęcie, przejęcia