Dystyngowany στα ελληνικά
Μετάφραση: dystyngowany, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξιοπρεπής, εκλεπτυσμένος, ευγενικός, επιβλητικός, πρωτεύουσα, καλλιεργημένος, ραφινάτος, εξευγενισμένα, εκλεπτυσμένη, εκλεπτυσμένο, εξευγενισμένο, εξευγενισμένου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dystrykt στα ελληνικά - περιοχή, μαχαλάς, περιφέρεια, συνοικία, περιοχής, διαμέρισμα
- dystych στα ελληνικά - δίστιχο, μαντινάδα, couplet, κουπλέ
- dystynkcja στα ελληνικά - βελτίωση, αξιοπρέπεια, λεπτότητα, διύλιση, ραφινάρισμα, ευγένεια
- dysydent στα ελληνικά - διαφωνών, αντιφρονούντα, αντιφρονών, αντιφρονούντων, αντιφρονούντος
Τυχαίες λέξεις
Dystyngowany στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξιοπρεπής, εκλεπτυσμένος, ευγενικός, επιβλητικός, πρωτεύουσα, καλλιεργημένος, ραφινάτος, εξευγενισμένα, εκλεπτυσμένη, εκλεπτυσμένο, εξευγενισμένο, εξευγενισμένου
Μεταφράσεις: αξιοπρεπής, εκλεπτυσμένος, ευγενικός, επιβλητικός, πρωτεύουσα, καλλιεργημένος, ραφινάτος, εξευγενισμένα, εκλεπτυσμένη, εκλεπτυσμένο, εξευγενισμένο, εξευγενισμένου