Dziękować στα ελληνικά
Μετάφραση: dziękować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναγνωρίζω, κατανοώ, ευχαριστώ, εκτιμώ, ευχαριστήσω, ευχαριστήσω τον, ευχαριστούμε, ευχαριστήσουμε
Μεταφράσεις
- dziękczynny στα ελληνικά - ευγνώμων, ευγνώμονες, είμαστε ευγνώμονες, ευγνωμοσύνη, ευγνώμων για
- dziękowanie στα ελληνικά - ευχαριστίες, ευχαριστώ, χάρη, γκολ
- dziś στα ελληνικά - σήμερα, σημερινή, και σήμερα, σημερινής
- dzwon στα ελληνικά - ομπρέλα, κουδούνι, καμπάνα, καμπάνας, κώδωνα, κουδουνιού
Τυχαίες λέξεις
Dziękować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναγνωρίζω, κατανοώ, ευχαριστώ, εκτιμώ, ευχαριστήσω, ευχαριστήσω τον, ευχαριστούμε, ευχαριστήσουμε
Μεταφράσεις: αναγνωρίζω, κατανοώ, ευχαριστώ, εκτιμώ, ευχαριστήσω, ευχαριστήσω τον, ευχαριστούμε, ευχαριστήσουμε