Dziobek στα ελληνικά
Μετάφραση: dziobek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στόμα, στόμιο, ράμφος, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dziobaty στα ελληνικά - βλογιοκομμένος, διάστικτη, σημαδεμένη
- dziobać στα ελληνικά - ραμφίζω, τσιμπώ, κτυπώ με το ράμφος, Peck, ραμφίζουν, ραμφίζουν τα
- dziobnica στα ελληνικά - στέλεχος, μίσχος, στείρα, βλαστικών, βλαστικά, στελέχους, αρχέγονων
Τυχαίες λέξεις
Dziobek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στόμα, στόμιο, ράμφος, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
Μεταφράσεις: στόμα, στόμιο, ράμφος, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό