Στόμα στα πολωνικά
Μετάφραση: στόμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dziobek, organki, japa, dzióbek, usta, pysk, wyjście, wylot, buzia, ujście, paszcza, ustach, w ustach
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στόμα
στόμα του λύκου, στόμα με στόμα, στόμα ραψε, στόμα στεγνό, στόμα γεμάτο χώμα, στόμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, στόμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- στόκος στα πολωνικά - szpachlówka, kit, putty, szpachlówki, kitu
- στόλος στα πολωνικά - flota, flotylla, floty, flotą, flotę
- στόμιο στα πολωνικά - otwór, japa, buzia, wyjście, usta, dzióbek, paszcza, ...
- στόχος στα πολωνικά - kierowanie, tarcza, cel, obiekt, docelowy, docelowa
Τυχαίες λέξεις
Στόμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dziobek, organki, japa, dzióbek, usta, pysk, wyjście, wylot, buzia, ujście, paszcza, ustach, w ustach
Μεταφράσεις: dziobek, organki, japa, dzióbek, usta, pysk, wyjście, wylot, buzia, ujście, paszcza, ustach, w ustach