Episkopat στα ελληνικά
Μετάφραση: episkopat, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισκοπή, επίσκοποι, επισκοπεία, episcopate, επισκοπής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- epimeryzacja στα ελληνικά - δι'επιμεριώσεως
- episkop στα ελληνικά - Επισκοπής, επισκοπικού, Επίσκοπος, Επισκόπου, Επίσκοπου
- epistemologia στα ελληνικά - επιστημολογία, επιστημολογίας, η επιστημολογία, την επιστημολογία, της επιστημολογίας
- epistemologiczny στα ελληνικά - επιστημολογικής, επιστημολογικές, επιστημολογικών, επιστημολογική, επιστημολογικά
Τυχαίες λέξεις
Episkopat στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισκοπή, επίσκοποι, επισκοπεία, episcopate, επισκοπής
Μεταφράσεις: επισκοπή, επίσκοποι, επισκοπεία, episcopate, επισκοπής