Filcować στα ελληνικά
Μετάφραση: filcować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένιωθα, τσόχα, αισθανόμουν, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
Μεταφράσεις
- filc στα ελληνικά - αισθανόμουν, τσόχα, ένιωθα, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
- filcowanie στα ελληνικά - τσόχα, ένιωθα, αισθανόμουν, felting, πιλήματος, πιληματοποίηση, το felting, ...
- filet στα ελληνικά - φιλέτο, φιλέτου, φιλέτων, φιλέτα, το φιλέτο
- filetowanie στα ελληνικά - σε φιλέτα, φιλετάρισμα, φιλεταρίσματος, τεμαχισμό σε φιλέτα, τον τεμαχισμό σε φιλέτα
Τυχαίες λέξεις
Filcować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένιωθα, τσόχα, αισθανόμουν, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
Μεταφράσεις: ένιωθα, τσόχα, αισθανόμουν, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές