Kiedy στα ελληνικά
Μετάφραση: kiedy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όπου, που, σαν, κάποτε, εφάπαξ, ποτέ, όπως, όταν, κατά, κατά την, πότε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biernie στα ελληνικά - παθητικά, παθητική, παθητικώς, παθητικές, παθητικό
- dementować στα ελληνικά - διαφωνώ, διαφωνούν, διαφωνείτε, διαφωνούμε, διαφωνεί
- dowieźć στα ελληνικά - οδηγώ, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν
- głusza στα ελληνικά - μοναξιά, ερημιά, έρημο, άγριας φύσης, ερήμω, αγριότητα
Τυχαίες λέξεις
Kiedy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όπου, που, σαν, κάποτε, εφάπαξ, ποτέ, όπως, όταν, κατά, κατά την, πότε
Μεταφράσεις: όπου, που, σαν, κάποτε, εφάπαξ, ποτέ, όπως, όταν, κατά, κατά την, πότε