Kończenie στα ελληνικά
Μετάφραση: kończenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λήξη, συμπέρασμα, τέλος, τελειώνω, κατάληξη, Τερματισμός, που λήγει, που έληξε, που έληξε στις
Μεταφράσεις
- armata στα ελληνικά - καραμπίνα, όπλο, κανόνι, πιστόλι, πυροβόλο, το κανόνι, κανονιού, ...
- defraudant στα ελληνικά - παραβάτης, φυγόδικος, φυγόδικο, αδυνατούντος, αδυνατούντος οφειλέτη
- dzielenie στα ελληνικά - διαιρώ, διαίρεση, μεραρχία, διχάζω, χωρίζω, διχασμός, τμήμα, ...
- inteligentny στα ελληνικά - έξυπνος, φανταστικός, έξοχος, λαμπερός, νοήμων, ευφυή, ευφυής, ...
Τυχαίες λέξεις
Kończenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λήξη, συμπέρασμα, τέλος, τελειώνω, κατάληξη, Τερματισμός, που λήγει, που έληξε, που έληξε στις
Μεταφράσεις: λήξη, συμπέρασμα, τέλος, τελειώνω, κατάληξη, Τερματισμός, που λήγει, που έληξε, που έληξε στις