Kupczyć στα ελληνικά

Μετάφραση: kupczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυκλοφορία, δοσοληψία, κίνηση, κυκλοφορίας, της κυκλοφορίας, κίνησης
Kupczyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • czyżyk στα ελληνικά - Siskin
  • dziedziczność στα ελληνικά - κληρονομικότητα, σειρά, κληρονομιά, διαδοχή, κληρονομικότητας, η κληρονομικότητα, την κληρονομικότητα, ...
  • impresjonista στα ελληνικά - ιμπρεσιονιστικός, ιμπρεσιονιστής, εμπρεσιονιστής, ιμπρεσσιονιστής, ιμπρεσσιονιστών, ιμπρεσιονιστή
Τυχαίες λέξεις
Kupczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυκλοφορία, δοσοληψία, κίνηση, κυκλοφορίας, της κυκλοφορίας, κίνησης