Leczenie στα ελληνικά
Μετάφραση: leczenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταχείριση, θεραπεία, καπνίζω, αλατίζω, θεραπεύω, παστώνω, αγωγή, θεραπείας, επεξεργασία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dobosz στα ελληνικά - τύμπανο, τυμπανιστής, ντράμερ, drummer, τυμπανιστή, τον ντράμερ
- formalny στα ελληνικά - επίσημος, ακαδημαϊκός, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες
- izooktan στα ελληνικά - ισοοκτάνιο, ισοοκτανίου, το ισοοκτάνιο, ισοοκτάνιο για
Τυχαίες λέξεις
Leczenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταχείριση, θεραπεία, καπνίζω, αλατίζω, θεραπεύω, παστώνω, αγωγή, θεραπείας, επεξεργασία
Μεταφράσεις: μεταχείριση, θεραπεία, καπνίζω, αλατίζω, θεραπεύω, παστώνω, αγωγή, θεραπείας, επεξεργασία