Młyn στα ελληνικά
Μετάφραση: młyn, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλέθω, εργοστάσιο, μύλος, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alkaliczność στα ελληνικά - αλκαλικότης, αλκαλικότητα, αλκαλικότητας, την αλκαλικότητα, της αλκαλικότητας
- efekciarstwo στα ελληνικά - αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα, μπούρδα, φλυαρίες, μεγαλόστομες, ανοησίες, κενολογίες
- idylla στα ελληνικά - ειδύλλιο, Idyll, ειδυλλίου, ειδυλλιακή, ειδύλλιο του
- interpretator στα ελληνικά - διερμηνέας, διερμηνέα, διερμηνείας, διερμηνέων
Τυχαίες λέξεις
Młyn στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλέθω, εργοστάσιο, μύλος, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
Μεταφράσεις: αλέθω, εργοστάσιο, μύλος, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο