Malarstwo στα ελληνικά
Μετάφραση: malarstwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζωγραφιά, ζωγραφική, ζωγραφικής, τη ζωγραφική, βαφής, βαφή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atłas στα ελληνικά - σατέν, σατινέ, satin, ατλάζι
- faszyna στα ελληνικά - fascine
- fokstrot στα ελληνικά - είδος χορού, Foxtrot, φοξ τροτ, Φόξτροτ
- immatrykulować στα ελληνικά - εγγράφω, matriculate, εγγράφομαι
Τυχαίες λέξεις
Malarstwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζωγραφιά, ζωγραφική, ζωγραφικής, τη ζωγραφική, βαφής, βαφή
Μεταφράσεις: ζωγραφιά, ζωγραφική, ζωγραφικής, τη ζωγραφική, βαφής, βαφή