Masywny στα ελληνικά
Μετάφραση: masywny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραπεζίτης, συμπαγής, τεράστιος, στερεός, ογκώδης, μαζική, τεράστια, μαζικές, τεράστιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezgraniczność στα ελληνικά - άπειρο, boundlessness, απεραντοσύνη
- brzemię στα ελληνικά - φορτώνω, γεμίζω, φορτίζω, βάρος, ζαλίκι, φορτίο, επιβάρυνση, ...
- franszyza στα ελληνικά - προνόμιο, δικαιόχρησης, προνομίου, δικαίωμα ψήφου
- halabardnik στα ελληνικά - halberdier
Τυχαίες λέξεις
Masywny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραπεζίτης, συμπαγής, τεράστιος, στερεός, ογκώδης, μαζική, τεράστια, μαζικές, τεράστιο
Μεταφράσεις: τραπεζίτης, συμπαγής, τεράστιος, στερεός, ογκώδης, μαζική, τεράστια, μαζικές, τεράστιο