Ογκώδης στα πολωνικά
Μετάφραση: ογκώδης, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
masywny, duży, solidny, potężny, masowy, nieporęczny, niewygodny, otyły, gruby
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ογκώδης
ογκώδησ συνώνυμα, ογκώδης συνώνυμο, ογκώδης άγνοια, ογκώδης βικιλεξικο, ογκώδης λεξικό γλώσσας πολωνικά, ογκώδης στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- οβίδα στα πολωνικά - powłoka, łuska, obierać, wyłuskać, skorupka, muszelka, szkielet, ...
- οβελίσκος στα πολωνικά - obelisk, obelisku, obeliskiem, obelisk z
- οδήγηση στα πολωνικά - prowadzenie, motoryzacja, automobilizm, przejażdżka, jazda, zmotoryzowanie, napędowy, ...
- οδηγία στα πολωνικά - wskazówka, kierujący, wytyczny, wytyczna, zarządzenie, nakierowujący, wskazujący, ...
Τυχαίες λέξεις
Ογκώδης στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: masywny, duży, solidny, potężny, masowy, nieporęczny, niewygodny, otyły, gruby
Μεταφράσεις: masywny, duży, solidny, potężny, masowy, nieporęczny, niewygodny, otyły, gruby