Należny στα ελληνικά
Μετάφραση: należny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρέπων, εξαιρετικός, απαιτούμενος, λόγω, οφείλεται, εξαιτίας, λόγω της, οφείλονται
Μεταφράσεις
- ambona στα ελληνικά - σκοπιά, προοπτική, τσιλιαδόρος, αμβώνας, άμβωνα, άμβωνας, pulpit, ...
- drugoplanowy στα ελληνικά - περιφερειακός, περιφερειακή, περιφερειακών, περιφερική, περιφερικού
- gipsować στα ελληνικά - γύψος, λευκοπλάστης, σοβάς, γύψο, σοβά, γύψου
- internista στα ελληνικά - παθολόγος, internist, παθολόγο, εσωτερικής παθολογίας, ειδικό εσωτερικής παθολογίας
Τυχαίες λέξεις
Należny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρέπων, εξαιρετικός, απαιτούμενος, λόγω, οφείλεται, εξαιτίας, λόγω της, οφείλονται
Μεταφράσεις: πρέπων, εξαιρετικός, απαιτούμενος, λόγω, οφείλεται, εξαιτίας, λόγω της, οφείλονται