Natłuszczać στα ελληνικά
Μετάφραση: natłuszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γράσο, λιπαντικό, λίπος, γράσου, λίπη, λιπών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- awersja στα ελληνικά - αποστροφή, αποστροφής, απέχθεια, η αποστροφή, την αποστροφή
- barograf στα ελληνικά - βαρογράφος, βαρογράφοι, βαρογράφου
- bezpośredni στα ελληνικά - ευθύς, απλός, καθοδηγώ, σκηνοθετώ, ανεπίσημος, ίσιος, απόλυτος, ...
- ciskanie στα ελληνικά - εξακοντίζω, συμπίεση, συμπίεσης, με συμπίεση, Η συμπίεση, Compression
Τυχαίες λέξεις
Natłuszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γράσο, λιπαντικό, λίπος, γράσου, λίπη, λιπών
Μεταφράσεις: γράσο, λιπαντικό, λίπος, γράσου, λίπη, λιπών