Nawadniać στα ελληνικά

Μετάφραση: nawadniać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρδεύω, ποτίζω, άρδευση, την άρδευση, αρδεύουν, ποτίσει
Nawadniać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anion στα ελληνικά - ανιόν, ανιόντος, ανιόντων, ανιόν που, ανιόντα
  • bobslej στα ελληνικά - έλκηθρο, bobsleigh, για έλκηθρο, με έλκηθρο, έλκηθρου
  • bursa στα ελληνικά - κοιτώνα, κοιτώνες, κοιτώνας, ξενώνας, σε κοιτώνες
  • dykteryjka στα ελληνικά - ιστορία, ανέκδοτο, παραμύθι, πείραγμα, quip, ειρωνεύομαι, ευφυολογώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Nawadniać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρδεύω, ποτίζω, άρδευση, την άρδευση, αρδεύουν, ποτίσει