Nieść στα ελληνικά

Μετάφραση: nieść, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξαπλώνω, γεννώ, καλκάνι, κουβαλώ, φορώ, μεταφέρω, στρώνω, υποφέρω, κοσμικός, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Nieść στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bosonogi στα ελληνικά - ξυπόλυτος, ξυπόλητοι, ξυπόλυτοι, γυμνά, γυμνά πόδια
  • dzielnik στα ελληνικά - διαιρέτης, διαιρέτη
  • długookresowy στα ελληνικά - μακροπρόθεσμος, μακροπρόθεσμη, μακροχρόνια, μακροπρόθεσμες, μακροπρόθεσμων
Τυχαίες λέξεις
Nieść στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξαπλώνω, γεννώ, καλκάνι, κουβαλώ, φορώ, μεταφέρω, στρώνω, υποφέρω, κοσμικός, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν