Niesilny στα ελληνικά
Μετάφραση: niesilny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδύναμος, ανίσχυρος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arcybiskup στα ελληνικά - αρχιεπίσκοπος, αρχιεπισκόπου, αρχιεπίσκοπο, ο Αρχιεπίσκοπος, τον Αρχιεπίσκοπο
- cerowanie στα ελληνικά - της επιδιόρθωσης, επιδιόρθωση σχισμών, των εργασιών επιδιόρθωσης, εργασιών επιδιόρθωσης, μανταρίσματος
- dzierżawić στα ελληνικά - μίσθωση, εκμίσθωση, νοίκι, νοικάρης, ενοίκιο, κολίγας, ένοικος, ...
- inteligent στα ελληνικά - πνευματικός, διανοητικός, διανοούμενος, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής
Τυχαίες λέξεις
Niesilny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδύναμος, ανίσχυρος
Μεταφράσεις: αδύναμος, ανίσχυρος