Niewolnik στα ελληνικά
Μετάφραση: niewolnik, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκλάβος, δούλος, ραγιάς, σκλάβων, slave, σκλάβο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- autorytatywność στα ελληνικά - δικτατορία, απολυταρχισμός, αυταρχισμό, αυταρχισμού, τον αυταρχισμό, απολυταρχισμό
- bioetyka στα ελληνικά - βιοηθική, βιοηθικής, τη βιοηθική, βιοδεοντολογίας, της βιοηθικής
- czołobitny στα ελληνικά - δουλοπρεπής, δουλοπρεπείς, δουλοπρεπή, obsequious
- fotoreportaż στα ελληνικά - φωτογραφία, Φωτορεπορτάζ
Τυχαίες λέξεις
Niewolnik στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκλάβος, δούλος, ραγιάς, σκλάβων, slave, σκλάβο
Μεταφράσεις: σκλάβος, δούλος, ραγιάς, σκλάβων, slave, σκλάβο