Obezwładnić στα ελληνικά
Μετάφραση: obezwładnić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντρίβω, πνίγω, καταβάλλω, εξουδετερώσει, να εξουδετερώσει, υπερισχύσουν, καταπονήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biologia στα ελληνικά - βιολογία, Βιολογίας, Biology, της βιολογίας, τη βιολογία
- drwinkować στα ελληνικά - σκέρτσο, αστείο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο
- dydaktyka στα ελληνικά - διδακτική, διδακτικής, τη διδακτική, διδακτική της, της διδακτικής
- gont στα ελληνικά - βότσαλο, βότσαλα, με βότσαλα, βοτσάλων, ξυλοκεράμων
Τυχαίες λέξεις
Obezwładnić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντρίβω, πνίγω, καταβάλλω, εξουδετερώσει, να εξουδετερώσει, υπερισχύσουν, καταπονήσει
Μεταφράσεις: συντρίβω, πνίγω, καταβάλλω, εξουδετερώσει, να εξουδετερώσει, υπερισχύσουν, καταπονήσει