Obwałowanie στα ελληνικά
Μετάφραση: obwałowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετερίζι, έπαλξη, προμαχώνας, περισυλλογή, περιστολής, περικοπών, λιτότητας, λιτότητα
Μεταφράσεις
- amfora στα ελληνικά - αμφορέας, αμφορέα, αμφορείς, αμφορέων, αμφορά
- aspołeczny στα ελληνικά - ακοινωνικό, ακοινωνική, asocial, μη κοινωνική, μη κοινωνικό
- bezkwiatowy στα ελληνικά - flowerless
- filetowanie στα ελληνικά - σε φιλέτα, φιλετάρισμα, φιλεταρίσματος, τεμαχισμό σε φιλέτα, τον τεμαχισμό σε φιλέτα
Τυχαίες λέξεις
Obwałowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετερίζι, έπαλξη, προμαχώνας, περισυλλογή, περιστολής, περικοπών, λιτότητας, λιτότητα
Μεταφράσεις: μετερίζι, έπαλξη, προμαχώνας, περισυλλογή, περιστολής, περικοπών, λιτότητας, λιτότητα