Obwijać στα ελληνικά

Μετάφραση: obwijać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνεμος, κουρδίζω, αιολική
Obwijać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezpodstawnie στα ελληνικά - αβάσιμα
  • dejonizacja στα ελληνικά - απιονισμού, απιονισμός, απιονισμό
  • elektrometalurgia στα ελληνικά - ηλεκτρομεταλλουργίας
  • grynszpan στα ελληνικά - ετυμηγορία, πρασινάδα χαλκού, πατίνα, οξείδωση χαλκού, οξειδωτικό στρώμα
Τυχαίες λέξεις
Obwijać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνεμος, κουρδίζω, αιολική