Odprawiać στα ελληνικά

Μετάφραση: odprawiać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χοροστατώ, απολύω, γιορτάζω, γιορτάσουν, γιορτάσουμε, γιορτάσει, γιορτάζουν
Odprawiać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezkręgowiec στα ελληνικά - ασπόνδυλος, ασπόνδυλων, ασπόνδυλα, ασπονδύλων, ασπόνδυλο
  • boleśnie στα ελληνικά - οδυνηρά, οδυνηρώς, σοβαρά, απολύτως, οδυνηρή
  • błotnisty στα ελληνικά - λασπώδης, λασπωμένος, ιλυώδης, θολός, λασπώδη, λασπωμένο
  • długopis στα ελληνικά - στυλό, μάντρα, Πένες, ballpen, Στυλό
Τυχαίες λέξεις
Odprawiać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χοροστατώ, απολύω, γιορτάζω, γιορτάσουν, γιορτάσουμε, γιορτάσει, γιορτάζουν