Odstąpić στα ελληνικά

Μετάφραση: odstąpić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποχωρώ, μεταβίβαση, μετάθεση, μετατάσσω, μεταγράφω, αποσύρω, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν
Odstąpić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • browarnictwo στα ελληνικά - ζυθοποιία, ζυθοποιίας, παρασκευής, βρασμού, της ζυθοποιίας
  • bulić στα ελληνικά - πληρώνω, ξεφλουδίσετε έξω, εξοικονομήσει, κοχύλι έξω, κέλυφος από
  • honorowanie στα ελληνικά - αναγνώριση, απόδειξη, αποδεικτικό, βεβαίωσης, επιβεβαίωσης
Τυχαίες λέξεις
Odstąpić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποχωρώ, μεταβίβαση, μετάθεση, μετατάσσω, μεταγράφω, αποσύρω, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν