Ogrodzenie στα ελληνικά
Μετάφραση: ogrodzenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίφραγμα, μάντρα, εσώκλειστο, φράχτης, κιγκλίδωμα, ξιφασκία, περίφραξη, φράκτης, φράχτη, φράκτη, περίφραξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- czule στα ελληνικά - στοργικά, fondly, τρυφερά, νοσταλγία, με νοσταλγία
- dekarbonizacja στα ελληνικά - απεξάρτησης από τον άνθρακα, απεξάρτηση από τον άνθρακα, εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, αφαίρεσης του άνθρακα, απαλλαγή από άνθρακα
- dokuczliwość στα ελληνικά - ενόχληση, μπελάς, ενόχλησης, όχλησης, όχληση, την ενόχληση
- iglasty στα ελληνικά - κωνοφόρος, κωνοφόρα, κωνοφόρων, των κωνοφόρων, από κωνοφόρα
Τυχαίες λέξεις
Ogrodzenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίφραγμα, μάντρα, εσώκλειστο, φράχτης, κιγκλίδωμα, ξιφασκία, περίφραξη, φράκτης, φράχτη, φράκτη, περίφραξης
Μεταφράσεις: περίφραγμα, μάντρα, εσώκλειστο, φράχτης, κιγκλίδωμα, ξιφασκία, περίφραξη, φράκτης, φράχτη, φράκτη, περίφραξης