Κιγκλίδωμα στα πολωνικά
Μετάφραση: κιγκλίδωμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
płot, ogrodzenie, reling, poręcz, okratowanie, balustrada, poręcze
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κιγκλίδωμα
κιγκλίδωμα ορισμόσ, κιγκλίδωμα ετυμολογια, κιγκλίδωμα μπαλκόνι, κιγκλίδωμα λεξικο, κιγκλίδωμα συνώνυμο, κιγκλίδωμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, κιγκλίδωμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κιβούρι στα πολωνικά - kasetka, kaseta, szkatułka, trumna, kivouri
- κιβωτός στα πολωνικά - arka, ark, skrzynia, arki, arką
- κιθάρα στα πολωνικά - gitara, guitar, gitary, gitarze, na gitarze
- κιθαριστής στα πολωνικά - gitarzysta, gitarzystą, guitarist, gitarzysty, gitarzystę
Τυχαίες λέξεις
Κιγκλίδωμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: płot, ogrodzenie, reling, poręcz, okratowanie, balustrada, poręcze
Μεταφράσεις: płot, ogrodzenie, reling, poręcz, okratowanie, balustrada, poręcze