Określanie στα ελληνικά

Μετάφραση: określanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφασιστικότητα, περιγραφή, προσδιορισμός, καθορισμός, προσδιορισμό, καθορισμό
Określanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • areał στα ελληνικά - περιοχή, εκτάσεων, έκταση, έκτασης, έκτασης που, αποξηραθούν
  • balsam στα ελληνικά - κατευνάζω, βάλσαμο, βάλσαμου, βάλσαμα, το βάλσαμο
  • dalekosiężny στα ελληνικά - εκτεταμένες, εκτεταμένη, μεγάλης εμβέλειας, ευρείες, βαθιές
  • ikra στα ελληνικά - γεννώ, γεννοβολώ, ταραμάς, αυγοτάραχο, ROE, ζαρκάδια, ζαρκάδι, ...
Τυχαίες λέξεις
Określanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφασιστικότητα, περιγραφή, προσδιορισμός, καθορισμός, προσδιορισμό, καθορισμό