Opromieniać στα ελληνικά
Μετάφραση: opromieniać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζητωκραυγάζω, ευθυμία, κέφι, ευθυμίας, την ευθυμία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arsenek στα ελληνικά - αρσενικούχο, αρσενίδιο, το αρσενικούχο, αρσενίδιο του, αρσενιδίου
- błyskotka στα ελληνικά - σπιθοβολώ, paillette, φόρεμα paillette
- egzotycznie στα ελληνικά - εξωτικά, exotically, τύπους τροπικών
- heteroseksualny στα ελληνικά - ευθύς, ίσιος, ετερόφυλος, ετεροφυλόφιλων, ετεροφυλόφιλοι, ετεροφυλοφιλική, ετερόφυλα
Τυχαίες λέξεις
Opromieniać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζητωκραυγάζω, ευθυμία, κέφι, ευθυμίας, την ευθυμία
Μεταφράσεις: ζητωκραυγάζω, ευθυμία, κέφι, ευθυμίας, την ευθυμία