Płot στα ελληνικά
Μετάφραση: płot, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φράχτης, κιγκλίδωμα, φράκτης, φράχτη, φράκτη, περίφραξη, περίφραξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ambrazura στα ελληνικά - φινιστρίνι, παραφωτίδα, φινιστρινια, για φινιστρινια, φινιστρίνια
- blaszkowaty στα ελληνικά - ελασματώδης, στρωτή, στρωτής, ελασματοειδούς, ελασματοειδές
- gazownia στα ελληνικά - εργοστάσια αερίου, εργοστασίων αερίου, των εργοστασίων αερίου, μονάδων παραγωγής αερίου που, μονάδων παραγωγής αερίου
- gnilec στα ελληνικά - σκορβούτο, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν
Τυχαίες λέξεις
Płot στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φράχτης, κιγκλίδωμα, φράκτης, φράχτη, φράκτη, περίφραξη, περίφραξης
Μεταφράσεις: φράχτης, κιγκλίδωμα, φράκτης, φράχτη, φράκτη, περίφραξη, περίφραξης