Pocałować στα ελληνικά

Μετάφραση: pocałować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φίλημα, φιλί, φιλώ, το φιλί, φιλί για, kiss
Pocałować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akustyka στα ελληνικά - ακουστική, ηχητικός, ακουστικός, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
  • bredzenie στα ελληνικά - παραλήρημα, έξαλλος, Raving, παραληρών, παραπληρών
  • emigrować στα ελληνικά - αποικώ, αποδημώ, μεταναστεύσουν, μεταναστεύουν, μεταναστεύσει, μετανάστευση, μεταναστεύει
Τυχαίες λέξεις
Pocałować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φίλημα, φιλί, φιλώ, το φιλί, φιλί για, kiss