Pogodzić στα ελληνικά
Μετάφραση: pogodzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δέχομαι, παραδέχομαι, αποδέχομαι, συναινώ, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bluźnierstwo στα ελληνικά - βλασφημία, βλασφημίας, τη βλασφημία, περί βλασφημίας, της βλασφημίας
- często στα ελληνικά - συχνά, συνήθως, φορές, πολλές φορές
- fatalny στα ελληνικά - θανατηφόρος, αλλόκοτος, μοιραίος, καταστροφικός, δυσοίωνος, φοβερός, απόκοσμος, ...
- głośność στα ελληνικά - όγκος, φωνή, ποσότητα, όγκο, όγκου, ένταση
Τυχαίες λέξεις
Pogodzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δέχομαι, παραδέχομαι, αποδέχομαι, συναινώ, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
Μεταφράσεις: δέχομαι, παραδέχομαι, αποδέχομαι, συναινώ, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί