Pojęcie στα ελληνικά

Μετάφραση: pojęcie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρίμηνο, ιδέα, σύλληψη, ταραχή, όρος, έννοια, κατανόηση, διορία, αντίληψη, φόβος, έννοιας, εννοίας
Pojęcie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alonż στα ελληνικά - αναβάτης, καβαλάρης, αναβάτη, οδηγό, οδηγός
  • antyfraza στα ελληνικά - την αντίφαση
  • celować στα ελληνικά - διαπρέπω, βλέψη, αποβλέπω, σκοπός, σκοπεύω, υπερακοντίζω, excel, ...
  • gruboziarnistość στα ελληνικά - αγένεια, τραχύτητα, χονδρότητα, χονδρότητας, χονδρότητα που
Τυχαίες λέξεις
Pojęcie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρίμηνο, ιδέα, σύλληψη, ταραχή, όρος, έννοια, κατανόηση, διορία, αντίληψη, φόβος, έννοιας, εννοίας