Poturbować στα ελληνικά

Μετάφραση: poturbować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βιαιοπραγία, επίθεση, επιτίθεμαι, κόπανος, κτυπώ, Maul, κοπανίζω, κακοποιώ
Poturbować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • biurokratyczny στα ελληνικά - γραφειοκρατικός, γραφειοκρατική, γραφειοκρατικές, γραφειοκρατικό, γραφειοκρατικών
  • dojrzewać στα ελληνικά - μεστώνω, κινούμαι, ωριμάζω, ανακατεύω, αναδεύω, μεστός, κινώ, ...
  • dolomit στα ελληνικά - δολομίτη, δολομίτης, ο δολομίτης, δολομίτου
  • graniczny στα ελληνικά - σύνορο, όριο, όρια, ορίου, ορίων
Τυχαίες λέξεις
Poturbować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βιαιοπραγία, επίθεση, επιτίθεμαι, κόπανος, κτυπώ, Maul, κοπανίζω, κακοποιώ