Potwierdzać στα ελληνικά
Μετάφραση: potwierdzać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένταλμα, συντηρώ, υποστηρίζω, σημαίνω, πιστοποιώ, ομολογώ, εμφαίνω, επιβεβαιώνω, δείχνω, επικυρώνω, κρατώ, αναγνωρίζω, επαληθεύω, βεβαιώνω, διαβεβαιώνω, μαρτυρώ, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chyłomierz στα ελληνικά - κλινόμετρο, Κλισιοσκόπιο
- felieton στα ελληνικά - κολόνα, στήλη, επιφυλλίδες, επιφυλλίδες που, επιφυλλίδες που έχει
- fuga στα ελληνικά - φούγκα, μελωδία με επωδόν, φούγκας, fugue, φυγής
- gołowąs στα ελληνικά - νεογνό ζώου, σκύμνος, CUB, λιονταράκι, νεογέννητο
Τυχαίες λέξεις
Potwierdzać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένταλμα, συντηρώ, υποστηρίζω, σημαίνω, πιστοποιώ, ομολογώ, εμφαίνω, επιβεβαιώνω, δείχνω, επικυρώνω, κρατώ, αναγνωρίζω, επαληθεύω, βεβαιώνω, διαβεβαιώνω, μαρτυρώ, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε
Μεταφράσεις: ένταλμα, συντηρώ, υποστηρίζω, σημαίνω, πιστοποιώ, ομολογώ, εμφαίνω, επιβεβαιώνω, δείχνω, επικυρώνω, κρατώ, αναγνωρίζω, επαληθεύω, βεβαιώνω, διαβεβαιώνω, μαρτυρώ, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε