Powiększenie στα ελληνικά
Μετάφραση: powiększenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όγκος, αύξηση, διαστολή, αυξάνω, εξάπλωση, μεγέθυνση, ανάπτυξη, διεύρυνση, διεύρυνσης, τη διεύρυνση, της διεύρυνσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akapit στα ελληνικά - παράγραφος, παράγραφο, παραγράφου, σκέψη, εδάφιο
- browarnictwo στα ελληνικά - ζυθοποιία, ζυθοποιίας, παρασκευής, βρασμού, της ζυθοποιίας
- celebrowanie στα ελληνικά - εορτή, εορτασμός, γιορτή, εορτασμό, εορτασμού, γιορτής
- centra στα ελληνικά - γέμισμα, σταυρός, διασχίζω, κέντρα, κέντρων, τα κέντρα, των κέντρων
Τυχαίες λέξεις
Powiększenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όγκος, αύξηση, διαστολή, αυξάνω, εξάπλωση, μεγέθυνση, ανάπτυξη, διεύρυνση, διεύρυνσης, τη διεύρυνση, της διεύρυνσης
Μεταφράσεις: όγκος, αύξηση, διαστολή, αυξάνω, εξάπλωση, μεγέθυνση, ανάπτυξη, διεύρυνση, διεύρυνσης, τη διεύρυνση, της διεύρυνσης