Powieka στα ελληνικά

Μετάφραση: powieka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκέπασμα, καπάκι, βλεφαρίδα, βλέφαρο, βλεφάρου, βλεφάρων, των βλεφάρων, βλέφαρα
Powieka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezsłowny στα ελληνικά - βουβός, χωρίς λόγια, χωρίς λέξεις, βουβή, άρρητο
  • czterowartościowy στα ελληνικά - τετρασθενής, τετραδύναμος, τετραδύναμα, τετρασθενών, τετρασθενείς
  • drobny στα ελληνικά - θίγω, ψιλή, λεπτό, λεπτομερής, ελαφρύς, φίνος, πρόστιμο, ...
  • interpretator στα ελληνικά - διερμηνέας, διερμηνέα, διερμηνείας, διερμηνέων
Τυχαίες λέξεις
Powieka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκέπασμα, καπάκι, βλεφαρίδα, βλέφαρο, βλεφάρου, βλεφάρων, των βλεφάρων, βλέφαρα