Przenikliwy στα ελληνικά

Μετάφραση: przenikliwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δριμύς, ενδιαφερόμενος, τετραπέρατος, καπάτσος, διορατικός, διαπεραστικός, δύσκολος, έξυπνος, έντονος, σέρτικος, σοβαρός, αιφνίδιος, οξύς, μυτερός, οξυδερκής, σκληρός, διαπεραστικό, διαπεραστική, διαπεραστικές, διάτορος
Przenikliwy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • analogia στα ελληνικά - ανθολογία, αναλογία, αναλογίαν
  • deuter στα ελληνικά - δευτερίου, δευτέριο, του δευτερίου, το δευτέριο, δευτέριου
  • dziennikarstwo στα ελληνικά - δημοσιογραφία, Δημοσιογραφίας, τη δημοσιογραφία, της δημοσιογραφίας, η δημοσιογραφία
  • galon στα ελληνικά - γαλόνι, γαλονιών, γαλλόνι, γαλλονιών, γαλονιού
Τυχαίες λέξεις
Przenikliwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δριμύς, ενδιαφερόμενος, τετραπέρατος, καπάτσος, διορατικός, διαπεραστικός, δύσκολος, έξυπνος, έντονος, σέρτικος, σοβαρός, αιφνίδιος, οξύς, μυτερός, οξυδερκής, σκληρός, διαπεραστικό, διαπεραστική, διαπεραστικές, διάτορος