Przesortować στα ελληνικά

Μετάφραση: przesortować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τακτοποιώ, ξεδιαλέγω, τύπος, είδος, Ταξινόμηση, Ανά, είδους, ταξινόμησης
Przesortować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chyłomierz στα ελληνικά - κλινόμετρο, Κλισιοσκόπιο
  • cytozyna στα ελληνικά - κυτοσίνη, κυτοσίνης, κυτοσιν, η κυτοσίνη
  • dojarz στα ελληνικά - αρμεγός, αρμέγων, αρμεχτής, αρμεχτής επιβάλλεται
  • dozór στα ελληνικά - επιτήρηση, επίβλεψη, φροντίζω, επιθεώρηση, φροντίδα, εποπτεία, εποπτείας, ...
Τυχαίες λέξεις
Przesortować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τακτοποιώ, ξεδιαλέγω, τύπος, είδος, Ταξινόμηση, Ανά, είδους, ταξινόμησης