Przewiązanie στα ελληνικά

Μετάφραση: przewiązanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δέσιμο, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, dressing, επίδεσμος
Przewiązanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bogobojny στα ελληνικά - ηθικολόγος, ενάρετος, πιστός, ηθικός, ευσεβής, ευσεβείς, ευσεβή, ...
  • diafragma στα ελληνικά - διάφραγμα, διαφράγματος, του διαφράγματος, το διάφραγμα, μεμβράνη
  • gryzmoły στα ελληνικά - scrawls
  • grzechot στα ελληνικά - θρόισμα, κροταλίζω, τραντάζω, κουδουνίζω, κουδουνίστρα, κουδουνίστρας, κουδούνισμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Przewiązanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δέσιμο, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, dressing, επίδεσμος