Przyczepa στα ελληνικά

Μετάφραση: przyczepa, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροχόσπιτο, νταλίκα, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου
Przyczepa στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • definiować στα ελληνικά - προσδιορίζω, καθορίζουν, ορίζουν, καθορίσει, καθορίσουν, ορίσει
  • dopinanie στα ελληνικά - καρφώνει, εναποθέτει, εναποθέτουν, εναποθέτουν τις, ανάρτηση
  • ekscentrycznie στα ελληνικά - έκκεντρα, εκκεντρικά, εκκέντρως, έκκεντρα σε, έκκεντρο
  • honorowość στα ελληνικά - καμάρι, έπαρση
Τυχαίες λέξεις
Przyczepa στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροχόσπιτο, νταλίκα, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου