Przydawka στα ελληνικά

Μετάφραση: przydawka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιότητα, συμπλήρωμα, αποδίδω, αναπληρωτής, προσδιοριστικό, προσδιοριστικός
Przydawka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aliancki στα ελληνικά - συμμαχικός, σύμμαχος, Allied, συμμαχικών, συμμαχικές, συμμαχικά
  • argumentacja στα ελληνικά - συλλογιστικός, συλλογισμός, επιχειρηματολογία, επιχειρήματα, επιχειρηματολογίας, την επιχειρηματολογία, τα επιχειρήματα
  • chyżość στα ελληνικά - ταχύτητα, ταχύτητας, ταχύτητος, ταχύτητα του, της ταχύτητας
Τυχαίες λέξεις
Przydawka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιότητα, συμπλήρωμα, αποδίδω, αναπληρωτής, προσδιοριστικό, προσδιοριστικός