Przypominać στα ελληνικά
Μετάφραση: przypominać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θυμάμαι, υπενθυμίζω, θυμίζω, υπενθυμίσω, υπενθυμίσει, θυμίζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brzemię στα ελληνικά - φορτώνω, γεμίζω, φορτίζω, βάρος, ζαλίκι, φορτίο, επιβάρυνση, ...
- dopowiadać στα ελληνικά - λέω
- dowcipniś στα ελληνικά - πνεύμα, εξυπνάδα, φαρσέρ, κινώ, WAG, WAG των συμβατικών, αστειολόγος
- hiperplazja στα ελληνικά - υπερπλασία, υπερπλασίας, υπερπλασία του, υπερπλασίας του, υπερπλασία των
Τυχαίες λέξεις
Przypominać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θυμάμαι, υπενθυμίζω, θυμίζω, υπενθυμίσω, υπενθυμίσει, θυμίζουν
Μεταφράσεις: θυμάμαι, υπενθυμίζω, θυμίζω, υπενθυμίσω, υπενθυμίσει, θυμίζουν