Przywrócić στα ελληνικά

Μετάφραση: przywrócić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβιώνω, αποκαθιστώ, αναστηλώνω, αναζωογονώ, ανακτώ, αποκατασταθεί, αποκαταστήσει, την αποκατάσταση, επαναφέρετε, την αποκατάσταση της
Przywrócić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akordeonista στα ελληνικά - ακορντεονίστα, ακορντεονίστας, τον ακορντεονίστα, ακκορντεονίστα, ακκορντεονίστας
  • całować στα ελληνικά - φιλί, φίλημα, φιλώ, το φιλί, φιλί για, kiss
  • dyskwalifikacja στα ελληνικά - αποκλεισμό, αποκλεισμός, έκπτωση, έκπτωσης, απαγόρευση
  • emeryt στα ελληνικά - συνταξιούχος, συνταξιούχου, συνταξιούχο, συντάξεως, συνταξιούχων
Τυχαίες λέξεις
Przywrócić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβιώνω, αποκαθιστώ, αναστηλώνω, αναζωογονώ, ανακτώ, αποκατασταθεί, αποκαταστήσει, την αποκατάσταση, επαναφέρετε, την αποκατάσταση της