Rozpłaszczać στα ελληνικά
Μετάφραση: rozpłaszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ambasador στα ελληνικά - πρέσβης, πρεσβευτής, πρεσβευτή, πρέσβη, πρεσβευτής της
- apostazja στα ελληνικά - αποστασία, αποστασίας, την αποστασία, η αποστασία, της αποστασίας
- druciarz στα ελληνικά - μαστόρεμα, χαλκωματάς, τενεκετζής, γανωματής, μπαλώνω
- dąć στα ελληνικά - φυσώ, χτύπημα, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση
Τυχαίες λέξεις
Rozpłaszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση